Πώς μπορούμε να εξοικονομήσουμε 3 δισ. από τις σημερινές υγειονομικές δαπάνες
Η συζήτηση για τις δαπάνες υγείας βασίζεται αφενός σε λανθασμένο υπολογισμό τους, ώστε να υποεκτιμώνται, και αφετέρου εξαντλείται στο επιχείρημα ότι δαπανούμε πολύ λιγότερα χρήματα από όσα χρειαζόμαστε. Διότι αποτελεί το άλλοθι των εκάστοτε κυβερνήσεων – μαζί με τις ελλείψεις σε προσωπικό- για να δικαιολογούνται η κακή ποιότητα των υπηρεσιών και η μεγάλη ταλαιπωρία των ασθενών. Για την αλήθεια σημειώνουμε ότι οι τελικές δαπάνες Υγείας για το 2014 ανέρχονται σε 16.475 εκ. ευρώ, (9,3% του ΑΕΠ, ποσοστό ικανοποιητικό εκ των οποίων οι δημόσιες σε 10.539 εκ, ήτοι 5,93% του ΑΕΠ. (η ΕΛΣΤΑΤ τις υποεκτιμά σε 14.711,9 εκ στο δελτίο του 2016, ενώ στο δελτίο του 2017 τις υποεκτιμά ακόμη παραπάνω στα 14.130,9!!!). Δυστυχώς κανένας δεν ασχολείται συστηματικά με το αν οι υπηρεσίες που παρέχονται μπορούν να βελτιωθούν, ώστε να μειωθούν οι δαπάνες , αν τα χρήματα χρησιμοποιούνται αποδοτικά και βέβαια αν μπορούμε να περιορίσουμε τις σπατάλες (όχι τις δαπάνες) που εξακολουθούν να υπάρχουν στο ΕΣΥ και στον ιδιωτικό τομέα (υπολογίζονται στο 30% των συνολικών δαπανών Υγείας). Οι μόνες πολιτικές που εφαρμόζονται στα χρόνια της κρίσης είναι η δικαιολογημένη –αλλά και αυθαίρετη πολλές φορές – μείωση των τιμών των φαρμάκων, των εργαστηριακών εξετάσεων και η μείωση των μισθών. Για να μπορέσουμε να εξοικονομήσουμε τα 3 δισ που προαναφέραμε, θα πρέπει να εφαρμοσθούν μια σειρά από ριζικές μεταρρυθμίσεις. Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, εκτός από την εξοικονόμηση, θα συνοδευτεί με αύξηση της ποιότητας των υπηρεσιών, με μεγαλύτερη ικανοποίηση των χρηστών, με μείωση κατά 1 δισ τουλάχιστον της δαπάνης για την Υγεία των νοικοκυριών. Θα επιτρέψει την δημιουργία πολλών νέων θέσεων στο ΕΣΥ με σημαντική αύξηση των αποδοχών του προσωπικού. (θα χρησιμοποιηθεί το 1 δις της εξοικονόμησης). Υπολογίζεται ότι το νέο ΕΣΥ θα στελεχωθεί με 40.000 γιατρούς- νοσοκομεία και πρωτοβάθμια, με 30.000 νοσηλευτές και 30.000 διοικητικό/επιστημονικό προσωπικό. Το υπόλοιπο 1 δις μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην ανάπτυξη υποδομών, νέων υπηρεσιών, κυρίως στους ηλικιωμένους και σε αυτούς που τους φροντίζουν.
Η εξοικονόμηση θα προέλθει από 7 δράσεις:
- Την μείωση των εισαγωγών και επαναεισαγωγών στα νοσοκομεία κατά 510 χιλιάδες ή κατά 17% που οδηγεί σε εξοικονόμηση 450 εκ. ευρώ. Η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση στις εισαγωγές στην Ευρώπη. Για πολλές εισαγωγές δεν συντρέχει ιατρικός λόγος και τουλάχιστον το 20% των ασθενών επαναεισάγεται στο νοσοκομείο εντός 30 ημερών (Medicare, ΗΠΑ) Πολλοί ασθενείς παρατείνουν την παραμονή στο νοσοκομείο διότι δεν υπάρχουν οι κατάλληλες κοινωνικές υπηρεσίες. Έρευνα στην Ιρλανδία αποκάλυψε ότι το 50% των εισαγωγών δεν έπρεπε να γίνουν, ενώ οργανισμοί υγείας στις ΗΠΑ εφαρμόζοντας ειδικά προγράμματα πέτυχαν μείωση των εισαγωγών σε ποσοστό 40-60%.
- Την μείωση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης κατά 15% με εξοικονόμηση 650 εκ ευρώ (η οροφή της δημόσιας εξωνοσοκομειακής παραμένει στα 2 δις δίχως τα εμβόλια). Είμαστε πρωταθλητές στην συνταγογράφηση και στην πολυφαρμακία. Μόνο η ενεργός συμμετοχή του ιατρικού σώματος και με κίνητρα μπορεί να μειώσει την δαπάνη και να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής.
- Την μείωση της συνολικής δαπάνης για τις εργαστηριακές εξετάσεις κατά 20% με εξοικονόμηση 280 εκ. ευρώ. Είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη σε διαγνωστικές εξετάσεις υψηλής τεχνολογίας και δεύτεροι στα αντίστοιχα μηχανήματα 9MRI and CT scanners). Πολλές εξετάσεις στο Δημόσιο κοστίζουν πολλαπλάσια χρήματα από ό,τι στον ιδιωτικό τομέα.
- Την μείωση της δαπάνης λόγω της βελτίωσης της διοίκησης και της οργάνωσης του συστήματος με εξοικονόμηση 300 εκ. ευρώ. Το μεγαλύτερο όφελος θα προέλθει από την προώθηση σε θέσεις ευθύνης των κατάλληλων ανθρώπων.
- Την εκπόνηση εθνικού σχεδίου πρόληψης και δημόσιας υγείας ώστε σε πρώτη φάση να εξοικονομηθούν 200 εκ. ευρώ. Μόνο η μείωση κατά 10% της νοσηρότητας συγκεκριμένων νόσων μπορεί να εξοικονομήσει 1,5 δις ευρώ.
- Το νέο σύστημα αποζημίωσης των υπηρεσιών (σύνδεση της αποζημίωσης με το αποτέλεσμα) θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση 900 εκ. ευρώ. Μόνο ο περιορισμός της αμοιβής κατά πράξη των γιατρών εξοικονομεί 530 εκ, (το 50% της σημερινής δαπάνης).
- Τη μείωση της δαπάνης για την υγεία των νοικοκυριών, σύνολο 1 δις. Από τις προηγούμενες δράσεις τα νοικοκυριά εξοικονομούν 830 εκ. Επιπλέον θα εξοικονομήσουν το 50% των πληρωμών στα δημόσια νοσοκομεία (434 εκ. το 2014) και το 50% από τις άλλες δαπάνες υγείας (400 εκ. ευρώ).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 2 Απριλίου 2017